Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 3 Μαρτίου 2009

Μια πραγματικά όμορφη ιστορία

Δύο άνδρες, και οι δύο σοβαρά άρρωστοι, έμεναν στο ίδιο δωμάτιο ενός νοσοκομείου.. Ο ένας άνδρας αφηνόταν να σηκωθεί όρθιος στο κρεβάτι του για μία ώρα κάθε απόγευμα για να κατέβουνε υγρά από τα πνευμόνια του. Το κρεβάτι του βρισκόταν δίπλα στο μοναδικό παράθυρο του δωματίου. Ο άλλος άνδρας έπρεπε να περνάει όλη την ώρα του ξαπλωμένος. Οι άνδρες μιλούσαν για ώρες αδιάκοπα. Μιλούσαν για τις γυναίκες τους και τις οικογένειές τους, τα σπίτια τους, τις δουλειές τους, τη θητεία τους στο στρατό, πού πήγαν διακοπές. Κάθε απόγευμα, όταν ο άνδρας δίπλα στο παράθυρο μπορούσε να σηκωθεί, περνούσε την ώρα του περιγράφοντας στον «συγκάτοικό» του όλα όσα μπορούσε να δει έξω από το παράθυρο. Ο άνδρας στο άλλο κρεβάτι άρχιζε να ζει για αυτές τις περιόδους μίας ώρας όπου μπορούσε να ανοιχτεί και να ζωογονηθεί ο δικός του κόσμος από όλη τη δραστηριότητα και χρώμα από τον κόσμο εκεί έξω. Το παράθυρο έβλεπε ένα πάρκο με μια όμορφη λιμνούλα. Πάπιες και κύκνοι έπαιζαν στα νερά ενώ παιδιά αρμένιζαν τα καραβάκια τους. Ερωτευμένοι νέοι περπατούσαν χέρι-χέρι ανάμεσα σε κάθε χρώματος λουλούδια και μια ωραία θέα του ορίζοντα της πόλης μπορούσε να ειδωθεί στο βάθος. Καθώς ο άνδρας στο παράθυρο περιέγραφε όλο αυτό με θεσπέσια λεπτομέρεια, ο άνδρας στο άλλο μέρος του δωματίου έκλεινε τα μάτια του και φανταζόταν αυτό το γραφικό σκηνικό. Ένα ζεστό απόγευμα, ο άνδρας στο παράθυρο περιέγραφε μία παρέλαση που περνούσε.
Αν και ο άλλος άνδρας δεν μπορούσε να ακούσει τη φιλαρμονική - μπορούσε να τη δει στο μάτι του μυαλού του καθώς ο κύριος δίπλα στο παράθυρο το απεικόνιζε με παραστατικές λέξεις. Μέρες, βδομάδες και μήνες πέρασαν. Ένα πρωί, η πρωινή νοσοκόμα ήρθε να τους φέρει νερά για το μπάνιο τους μόνο για να δει το άψυχο σώμα του άνδρα δίπλα στο παράθυρο, ο οποίος πέθανε ειρηνικά στον ύπνο του. Ξαφνιάστηκε και κάλεσε τους θεράποντες ιατρούς να πάρουν το νεκρό σώμα. Όταν θεωρήθηκε πρέπον, ο άλλος άνδρας ρώτησε αν θα μπορούσε να μεταφερθεί δίπλα στο παράθυρο. Η νοσοκόμα ευχαρίστως έκανε την αλλαγή, και εφ' όσον σιγουρεύτηκε ότι ο άνδρας αισθανόταν άνετα, τον άφησε μόνο.
Σιγά, επώδυνα, στήριξε τον εαυτό του στον ένα του αγκώνα να δει για πρώτη φορά του τον έξω κόσμο. Πάσχισε να γείρει να δει έξω από το παράθυρο δίπλα στο κρεβάτι. Αντίκρισε ένα λευκό τοίχο. Ο άνδρας ρώτησε τη νοσοκόμα τι θα μπορούσε να ανάγκασε το συχωρεμένο συγκάτοικό του ο οποίος περιέγραφε τόσο έξοχα πράγματα έξω από το παράθυρο.
Η νοσοκόμα αποκρίθηκε πως ο άνδρας ήταν τυφλός και δεν μπορούσε να δει ούτε τον τοίχο. Πρόσθεσε, 'Ίσως ήθελε απλά να σου δώσει θάρρος.'
Επίλογος: Υπάρχει πελώρια ευτυχία στο να κάνεις τους άλλους ευτυχισμένους, παρά τις δική μας κατάσταση. Μοιρασμένη λύπη είναι μισή λύπη, αλλά η ευτυχία, όταν μοιράζεται, διπλασιάζεται.
Αν θες να νιώθεις πλούσιος, απλά μέτρα όλα τα πράγματα που έχεις τα οποία δεν αγοράζονται με χρήματα.

Η ΚΟΛΑΣΗ

Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί μια απάντηση που δόθηκε σε ενδιάμεσες εξετάσεις/ προόδους στη χημεία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.

Η ερώτηση είχε ως εξής και βαθμολογούταν με έξτρα βαθμούς: Η Κόλαση είναι εξώθερμη ή εσώθερμη; (στη χημεία ή εξώθερμη δίνει θερμότητα ενώ η άλλη απορροφά).

Οι περισσότεροι φοιτητές έδωσαν απαντήσεις παρέχοντας αποδείξεις βασισμένες στο Νόμο του Boyle (ένα αέριο ψύχεται όταν μεγαλώνει ο όγκος και θερμαίνεται όταν συμπιέζεται) ή κάτι παρόμοιο.
Ωστόσο, ένας έγραψε τα εξής:Πρώτον πρέπει να γνωρίζουμε αν ο όγκος της κόλασης αυξάνεται προς το χρόνο. Επομένως χρειάζεται να ξέρουμε το ρυθμό με τον οποίο οι ψυχές εισρέουν στην κόλαση και το ρυθμό με τον οποίο διαφεύγουν. Νομίζω ότι μπορούμε ασφαλώς να υποθέσουμε ότι όταν μια ψυχή πάει στην κόλαση, δεν πρόκειται να φύγει. Επομένως, δεν διαφεύγουν ψυχές. Τώρα για το πόσες ψυχές μπαίνουν, ας δούμε πόσες διαφορετικές θρησκείες υπάρχουν σήμερα στον κόσμο. Οι περισσότερες από αυτές δηλώνουν ότι αν δεν είσαι οπαδός τους, τότε θα πας στη κόλαση. Εφόσον υπάρχουν περισσότερες από μία τέτοια θρησκεία και εφόσον οι άνθρωποι ανήκουν σε περισσότερη από μία θρησκεία, τότε μπορούμε να εξαγάγουμε το συμπέρασμα ότι όλες οι ψυχές πάνε στην κόλαση. Και όπως έχουν οι ρυθμοί γεννήσεων και θανάτων, θα πρέπει να αναμένουμε ότι ο αριθμός των ψυχών στην κόλαση θα αυξηθεί εκθετικά.
Τώρα, ο λόγος για τον οποίο εξετάζουμε το ρυθμό αλλαγής του όγκου της κολάσεως, είναι γιατί ο Νόμος του Μπόυλ δηλώνει ότι για να παραμείνει σταθερή η θερμοκρασία και η πίεση στην κόλαση, ο όγκος της πρέπει να αυξάνεται αναλόγως με τις ψυχές που προστίθενται. Αυτό μας δίνει 2 περιπτώσεις:
1. Εάν η Κόλαση διαστέλλεται με πιο αργό ρυθμό από αυτόν με τον οποίο εισέρχονται ψυχές, τότε η θερμοκρασία και η πίεση θα αυξάνονται μέχρι να σκάσει η Κόλαση και να ξεχυθούν οι ψυχές.
2. Εάν η Κόλαση διαστέλλεται με ρυθμό πιο γρήγορο από τη αύξηση των ψυχών, τότε η θερμοκρασία και ή πίεση θα πέφτουν μέχρι να παγώσουν τα καζάνια της.
Ποιά από τις 2 περιπτώσεις ισχύει?? Αν αποδεχθούμε το αξίωμα το οποίο μου είπε η Τερέζα όταν ήμουν πρωτοετής, ότι ."Θα πρέπει να παγώσει η Κόλαση πριν κοιμηθούμε μαζί". και αν συνθεωρήσουμε και το γεγονός ότι χθες το βράδυ όντως κοιμήθηκα μαζί της, τότε . ισχύει η δεύτερη υπόθεση και επομένως είμαι σίγουρος ότι η Κόλαση είναι εξώθερμη και ότι ήδη έχει παγώσει.
Απόρροια αυτής της θεωρίας είναι ότι η κόλαση, αφού έχει παγώσει, άρα δεν δέχεται άλλες ψυχές και επομένως έχει εκλείψει.... αφήνοντας μόνο τον Παράδεισο. Αυτό με τη σειρά του αποδεικνύει την ύπαρξη ενός Θεϊκού Όντος, το οποίο εξηγεί γιατί χθες το βράδυ η Τερέζα φώναζε συνεχώς: "Θεέ μου, Θεέ μου".

Αυτός ο φοιτητής πήρε το μοναδικό 'Α'.

Το αγοράκι και η κούκλα

Βρέθηκα σε ένα κατάστημα, στο διάδρομο με τα παιχνίδια.Με την άκρη του ματιού μου, παρατήρησα ένα αγοράκι γύρω στα πέντε, το οποίο κρατούσε μια κούκλα.Δε σταματούσε να της χαϊδεύει τα μαλλιά και να τη σφίγγει προσεκτικά πάνω του. Αναρωτήθηκα για ποιον προοριζόταν αυτή η κούκλα. Το αγοράκι γύρισε κάποια στιγμή προς την κυρία που βρισκόταν πλάι του:«Θεία μου, είσαι σίγουρη ότι δε μου φτάνουν τα λεφτά;»Η γυναίκα του απάντησε χάνοντας κάπως την υπομονή της:
«Είπαμε ότι δεν έχεις αρκετά λεφτά για να την αγοράσεις.»
Έπειτα, η θεία του του ζήτησε να μείνει εκεί και να τον περιμένει για λίγο, κι εκείνη έφυγε βιαστικά. Το αγοράκι κρατούσε ακόμη στα χέρια του την κούκλα.Τελικά, κατευθύνθηκα προς το παιδί και το ρώτησα σε ποιον ήθελε να δώσει την κούκλα.
«Αυτή την κούκλα την ήθελε η αδερφή μου περισσότερο από καθετί για τα Χριστούγεννα. Ήταν σίγουρη ότι θα της την έφερνε ο Άι-Βασίλης..»
Του είπα τότε ότι μπορεί και να της την έφερνε, κι εκείνο μου είπε θλιμμένο:
«Όχι, ο Άι-Βασίλης δεν μπορεί να πάει εκεί που είναι τώρα η αδερφή μου... Πρέπει να δώσω την κούκλα στη μαμά μου να της την πάει.»Τα μάτια του ήταν πολύ θλιμμένα ενώ έλεγε αυτά τα λόγια.«Πήγε να συναντήσει τον Χριστούλη. Ο μπαμπάς λέει ότι και η μαμά θα πάει να συναντήσει το Χριστούλη σε λιγάκι. Έτσι, σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να πάρει την κούκλα μαζί της και να την πάει στην αδερφούλα μου.»
Η καρδιά μου πήγε να σταματήσει.Το αγοράκι σήκωσε το βλέμμα προς εμένα και μου είπε:
«Είπα στον μπαμπά να πει στη μαμά να μη φύγει αμέσως. Ζήτησα να περιμένει μέχρι να γυρίσω από το μαγαζί.»
Μετά, μου έδειξε μία φωτογραφία που απεικόνιζε το ίδιο το αγοράκι μέσα στο κατάστημα να κρατάει την κούκλα, και μου είπε: «Θέλω η μαμά να πάρει κι αυτή τη φωτογραφία μαζί της, για να μη με ξεχάσει. Την αγαπάω τη μαμά και δε θέλω να μ' αφήσει, αλλά ο μπαμπάς λέει ότι πρέπει να πάει μαζί με την αδερφούλα μου.»
Ύστερα, χαμήλωσε το κεφάλι του κι έμεινε σιωπηλό.
Έψαξα στην τσάντα μου κι έβγαλα από μέσα ένα μάτσο χαρτονομίσματα και ρώτησα το αγοράκι:
«Τι λες να μετρήσουμε τα λεφτά σου μια τελευταία φορά για να σιγουρευτούμε;»
Εκείνο απάντησε:
«Εντάξει, όμως πρέπει να βγουν αρκετά.»
Έριξα κρυφά κάποια χρήματα μαζί με τα δικά του και αρχίσαμε το μέτρημα. Έφταναν με το παραπάνω για την κούκλα. Περίσσευαν κιόλας αρκετά.
Το αγοράκι ψιθύρισε:
«Ευχαριστώ Χριστούλη που μου έδωσες αρκετά λεφτά.»Έπειτα με κοίταξε και είπε:
«Είχα ζητήσει από το Χριστούλη να κάνει να έχω αρκετά λεφτά για ν' αγοράσω την κούκλα και η μαμά μου να μπορεί να την πάει στην αδερφούλα μου.
Εκείνος άκουσε την προσευχή μου.
Ήθελα να έχω αρκετά λεφτά για ν' αγοράσω και ένα λευκό τριαντάφυλλο για τη μαμά, όμως δεν τόλμησα να του το ζητήσω.
Εκείνος μου έδωσε αρκετά λεφτά για ν' αγοράσω την κούκλα και το λευκό τριαντάφυλλο.
Ξέρετε, αρέσουν πολύ τα λευκά τριαντάφυλλα στη μαμά...»
Λίγα λεπτά αργότερα, η θεία του ξαναγύρισε, κι εγώ απομακρύνθηκα σπρώχνοντας το καροτσάκι μου.
Τέλειωνα τα ψώνια μου με ένα συναίσθημα εντελώς διαφορετικό από ότι όταν τα άρχιζα.
Δεν μπορούσα να βγάλω απ' το μυαλό μου το αγοράκι.
Μετά θυμήθηκα ένα άρθρο στην εφημερίδα, λίγες μέρες πριν, που μιλούσε για έναν οδηγό σε κατάσταση μέθης που είχε χτυπήσει ένα αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε μια νεαρή γυναίκα με την κόρη της.
Το κοριτσάκι είχε πεθάνει ακαριαία και η μητέρα ήταν σοβαρά τραυματισμένη.. Η οικογένεια έπρεπε να αποφασίσει εάν θα της διέκοπταν την αναπνευστική στήριξη....
Να ήταν άραγε η οικογένεια του μικρού αγοριού;
Δυο μέρες μετά, διάβασα στην εφημερίδα ότι η νεαρή γυναίκα ήταν νεκρή.Δεν μπόρεσα να μην πάω ν' αγοράσω ένα μπουκέτο λευκά τριαντάφυλλα και να βρεθώ στην αίθουσα όπου εκθέταν τη σωρό της.
Ήταν εκεί και κρατούσε ένα όμορφο λευκό τριαντάφυλλο στο χέρι της, μαζί με μία κούκλα και τη φωτογραφία του μικρού αγοριού από στο κατάστημα.Έφυγα από την αίθουσα κλαίγοντας και με την αίσθηση ότι η ζωή μου θα άλλαζε για πάντα.
Η αγάπη που είχε αυτό το αγοράκι για τη μαμά του και την αδερφή του ήταν τόσο μεγάλη, και μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου ένας μεθυσμένος οδηγός του τα πήρε όλα μακριά...